The Hunger Games: Φωτια

12-The-Hunger

Η δεύτερη ταινία της δυστοπικής σειράς που κυκλοφορεί αυτήν την εβδομάδα στις ελληνικές αίθουσες, έχοντας ήδη σπάσει τα ταμεία στο αμερικανικό box office, έρχεται να αποδείξει ότι το Χόλιγουντ, εκτός από χορταστικές περιπέτειες, μπορεί να κάνει και σκεπτόμενες ταινίες.

Σε μια χρονιά κατά την οποία η βαριά κινηματογραφική βιομηχανία των ΗΠΑ έδειξε καθαρά τα όρια και τις αδυναμίες της λίγα ήταν τα μπλοκμπάστερ που έκαναν τη διαφορά. Από τη μία η ασταμάτητη υπερ-ηρωική παραγωγή γέμισε τις αίθουσες με αδιάφορες παραγωγές («Άνθρωπος από Ατσάλι», «Wolverine» ), δείχνοντας ότι το είδος έχει ήδη φθαρεί από την εμπορική του υπερεκμετάλλευση. Από την άλλη η επιστημονική φαντασία δείχνει και αυτή ότι έχει χάσει το δρόμο και το νόημά της, χαμένη μέσα στη δίνη των φαντασμαγορικών οπτικών εφέ και του πλάνου CGI, με το άψυχο «Pacific Rim» και το επιπόλαιο «Star Trek Into Darkness» να επιβεβαιώνουν το δημιουργικό ντεφορμάρισμά της.
Αν προσθέσει κάποιος σε αυτά τις προσπάθειες αναβίωσης τηλεοπτικών ηρώων τύπου «Μοναχικός Καβαλάρης» και κλασικών παραμυθιών όπως το «Οζ: Μέγας και Παντοδύναμος» με εξαιρετικά αμφίβολα αποτελέσματα, δύσκολα μπορεί να αρνηθεί ότι φέτος έχουμε μία από τις πιο αδύναμες χολιγουντιανές σοδιές των τελευταίων χρόνων. Κι όμως, δύο ταινίες που προήλθαν από την ακμάζουσα αμερικανική δυστοπική λογοτεχνία έρχονται να χρωματίσουν τη χολιγουντιανή ομοιομορφία και κοινοτοπία.

Αρχικά ο «Παγκόσμιος Πόλεμος Ζ» (μεταφορά του εξαιρετικού ομότιτλου μυθιστορήματος του Μαξ Μπρουκς ), με καλοδουλεμένο σενάριο και μια εναλλακτική ζόμπι αισθητική, υπήρξε η εξαίρεση στα καλοκαιρινά προβλέψιμα μπλοκμπάστερ. Στη συνέχεια, ένα πολυαναμενόμενο σίκουελ ήρθε να ανεβάσει με τη σειρά του τον πεσμένο φετινό χολιγουντιανό μέσο όρο. Το «The Hunger Games: Φωτιά», μη ξεχνώντας ποτέ το δημιουργικό (αυτο )σκοπό τού θεάματος, τολμά να χτίσει πάνω σε ένα δυστοπικό μέλλον που αναγκαστικά πυροδοτεί προβληματισμούς και συζητήσεις. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή…

Ξαφνικές αλλαγές και αποχωρήσεις
Ενώ το στούντιο της Lionsgate διεμήνυε προς κάθε κατεύθυνση ότι έμεινε απόλυτα ευχαριστημένο από τη συνεργασία του με τον σκηνοθέτη Γκάρι Ρος στην πρώτη ταινία της σειράς, τα δεδομένα άλλαξαν εντελώς ξαφνικά. Τον περασμένο Οκτώβριο ο Ρος αποχώρησε από το σίκουελ δηλώνοντας ότι «δεν μπορεί να ανταποκριθεί στο αυστηρό πρόγραμμα της παραγωγής». Η ταινία έμεινε ορφανή από σκηνοθέτη, αλλά διάσημοι μνηστήρες έκαναν αμέσως την εμφάνισή τους, όπως ο Μπένετ Μίλερ («Moneyball» ) και ο Χουάν Αντόνιο Μπαγιόνα («The Impossible» ).
Τελικά ο Φράνσις Λόρενς («Ζωντανός Θρύλος», «Νερό για Ελέφαντες» ) ήταν αυτός που κέρδισε την κούρσα της διαδοχής. Ταυτόχρονα αποφασίστηκε ότι ο Αυστριακός δημιουργός θα σκηνοθετήσει και τη μεταφορά του τελευταίου βιβλίου της τριλογίας «Κοτσυφόκισσα», το οποίο θα σπάσει σε δύο μέρη για προφανείς εμπορικούς λόγους. Με ένα σμπάρο τρεις ταινίες για τον τυχερό Φράνσις… Από κει και πέρα, οι εξελίξεις έτρεξαν με μεγάλη ταχύτητα για τη χολιγουντιανή υπερπαραγωγή, που ξεπέρασε τα 130 εκατ. δολάρια.
Ο σεναριογράφος του «Little Miss Sunshine» Μάικλ Αρντ κλήθηκε να ξαναγράψει το σενάριο μετά την αποχώρηση του Σάιμον Μπιουφόι, ενώ τα γυρίσματα που ξεκίνησαν βιαστικά τον Σεπτέμβριο του 2012 ολοκληρώθηκαν τον Μάρτιο του επόμενου χρόνου: αυτό το κουραστικό εξάμηνο περιλάμβανε ταξίδια από το Λος Άντζελες στο αστικό κέντρο της Ατλάντα και στη νησιωτική Χαβάη, όπου γυρίστηκαν οι σκηνές των νέων Αγώνων Πείνας.

Επιστροφή στην αρένα για την Τζένιφερ Λόρενς
Η ιστορία του «The Hunger Games: Φωτιά» ξεκινά…

Icecreamland

Αφηστε το σχολιο σας

Your email address will not be published. Required fields are marked *

You may use these HTML tags and attributes: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <strike> <strong>